Ἡ Στερεὰ
Ἑλλάς, καθῶς
καὶ ἡ
Ἤπειρος, εἶχε
καὶ τοὺς
ὁπλαρχηγούς της καὶ
τοὺς στρατιωτικούς της ἐγκεφάλους
ἀλλὰ
καὶ τοὺς
πολεμιστές της. Αὐτὸ
ποὺ τῆς
ἔλειπε ὅμως
ἦταν ὁ
στρατάρχης. Στὶς 16 Ἰουνίου
(29 Ἰουνίου) ὅμως
τοῦ 1822 τὸν
ἀπέκτησε ἐπισήμως,
ἄν καὶἡ
διαταγὴ διορισμοῦ
του, ὑπογεγραμμένη ἐκ
τοῦἰδίου, εἶχε
ἐκδοθῇἀπὸ
τὶς 10 Μαΐου (23 Μαΐου) τοῦ
1822.. Λεγόταν Ἀλέξανδρος Μαυροκορδᾶτος.
Πρὸς
τοῦτο λαμβάνει, μὲἄλλο
ψήφισμα, δίμηνη ἄδεια γιὰ
νὰἐκστρατεύσῃ,
ὑπογεγραμμένο πάλι ἐκ
τοῦἰδίου, τὴν
11η Μαΐου (24 Μαΐου) τοῦ 1822.
(Ὁ
Τρικούπης ἀναφέρει πὼς
τὴν στραταρχία τὴν
ἐζήτησαν οἱ
θαυμαστὲς τοῦ
Μαυροκορδάτου στὴν Αἰτωλοακαρνανία!!!)
Ὁ στρατάρχης, διότι περὶ
στρατάρχου συζητᾶμε, ἐξεστράτευσε
κατὰ τοῦ
Χουρσῆτ πασσᾶ
καὶ τῶν
Τουρκαλβανῶν του ἀπὸ
τὸ Ναύπλιο στὶς
17 Μαΐου (30 Μαΐου) κι ἔφθασε στὸ
Μεσολόγγι στὶς 23 Μαΐου (5 Ἰουνίου)
τοῦ 1822.
Μαζύ του 400 τακτικοὶ
στρατιῶτες, ἐκπαιδευμένοι
ὑπὸ
τοῦ Γάλλου φιλέλληνος Βαλέστ, 120 φιλέλληνες
(κατὰ Τρικούπη, κατὰ
Κόκκινον 93), 120 Ἑπτανήσιοι
ὑπὸ
τὸν Σπῦρο
Πανᾶ, 400 Πελοποννήσιοι ὑπὸ
τοὺς Παναγιώτη Γιατράκο, Κανέλλο Δεληγιάννη
καὶ Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Συνεστρατεύθη
μαζύ τους ἐπίσης ὁ
Μᾶρκος Μπόταρης μὲ
180 Σουλιῶτες κι ὁ
Γενναῖος Κολοκοτρώνης, μὲ
διακοσίους πενήντα Πελοποννησίους, ποὺ
ἀπὸ
τὶς 12 Μαρτίου (25 Μαρτίου) ἐπίσης
εὑρίσκετο στὴν
Αἰτωλοακαρνανία. Εἶχαν
δὲ καταπλεύσῃ,
πρὸς ἐνίσχυσι
τῶν ἐπιχειρήσεων,
ἀπὸ
τὶς 8 Μαΐου (21 Μαΐου) στὸ
Μεσολόγγι ὀκτὼ
πλοῖα τοῦ
Ἑλληνικοῦ
στόλου.
Συνολικὴ
δύναμις 1500 ἀνδρῶν.
Σκοπὸς
τῆς ἐκστρατείας
ἦταν νὰ
ἐνισχυθοῦν
οἱ θέσεις τῶν
Σουλιωτῶν, ποὺ
ἐπολιορκοῦντο
ἀπὸ
τὶς δυνάμεις τοῦ
ὀθωμανικοῦ
στρατοῦ, καὶ
νὰ διαφυλαχθῇ
ἡ Κιάφα, ποὺ
ἐδέχετο ἐκεῖνες
τὶς ἡμέρες
ὅλην τὴν
ὀργὴ
τοῦ Χουρσῆτ
πασσᾶ.
Ὁ στρατάρχης ἔχοντας
στὴν διάθεσί του ὅλο
τὸ ταμεῖο
τοῦ νεοσυσταθέντος κράτους, προετοίμασε μὲ
τὸν καλλίτερον δυνατὸν
τρόπο τὴν ἐκστρατεία
του. Τροφές, πολεμοφόδια, τίτλους… Τὰ
πάντα στὴν διάθεσίν του.
Τὴν
1η Ἰουνίου (14 Ἰουνίου)
τοῦ 1822, αἰσθανόμενος
ἕτοιμος, ξεκίνησε τὴν
μεγάλη του πορεία γιὰ τὴν
ἐξολόθρευσι τοῦ
Χουρσῆτ.
Στὸ
Κομπότι, ὅπου εἶχαν
ἤδη προωθηθῇ
κυρίως τὰ πολεμοφόδια καὶ
οἱ τροφές, κατάφεραν τελικῶς
νὰ συγκεντρωθοῦν
περὶ τοὺς
τρεῖς χιλιάδες Ἕλληνες
καὶ φιλέλληνες, τὴν
στιγμὴ ποὺ
στὴν Ἄρτα,
στὴν Πρέβεζα καὶ
στὰἸωάννινα
ἐστρατοπέδευε τοὐλάχιστον
ἐννέα μὲ
δέκα χιλιάδες ὀθωμανικὸς
στρατός, ὑπὸ
τὶς ἐντολὲς
τοῦ Κιουταχῆ
πασσᾶ, ἑνὸς
ἀπὸ
τοὺς σκληροτέρους καὶ
ἱκανοτέρους στρατηγοὺς
τῆς ὀθωμανικῆς
αὐτοκρατορίας.
Ἐκεῖ,
στὶς 23 Ἰουνίου
(6 Ἰουλίου) ἐδόθῃ
ἡ πρώτη σημαντικὴ
μάχη, μὲ δυναμικὴ
συμμετοχὴ τῶν
φιλελλήνων, ἡὁποία
ἐστέφθῃἀπὸἐπιτυχία.
Ὅμως τὸ
στράτευμα ἔπρεπε νὰ
προωθηθῇ καὶἡ
νέα θέσις ποὺἐπελέγῃὑπὸ
τοῦ στρατάρχου, κατόπιν συνενοήσεως μὲ
τοὺς ὁπλαρχηγούς,
ἦτο τὸ
χωριὸ Πέτα.
Στὸ
μεταξύ, ἄν καὶ
οἱἝλληνες εἶχαν
γίνῃ κύριοι τοῦ
Ἀμβρακικοῦ
κόλπου, ἔχοντας οὐσιαστικῶς
ἀρίστη δυνατότητα ἀνεφοδιασμοῦ,
οἱ Τοῦρκοι
ἀπεφάσισαν νὰ
τοὺς ἀποκόψουν ἀπὸ
τὴν διὰ
θαλάσσῃς λήψι προμηθειῶν.
Στὸν Ἀμβρακικὸ
εἶχε ὁρισθῇ
ὥς ὑπεύθυνος
ἀνεφοδιασμοῦὁ
Ἰταλὸς
φιλέλλην Πασσάνο, ὁὁποῖος
ὅμως ἐκ
τῆς Πρεβέζης ἐδέχθῃ
δυνατὸ κανονιοβολισμό, κατὰ
τὴν προσπάθειά του νὰἀποβιβάσῃ
κανόνια, μὲἀποτέλεσμα νὰ
βυθιστῇ τὸ
πλοιάριόν του, νὰ συλληφθῇὁἴδιος
καὶ νὰ
φυλακισθῇ στὴν Ἄρτα
ἐν ᾦ
τοὺς ἄνδρες
τῶν πληρωμάτων του τοὺς
ἐσούβλισαν στὴν
Πρέβεζα.
Αὐτὸ
τὸ περιστατικὸν
ὅμως ἐστάθῃ
μοιραῖον, γιὰ
τὴν εἰς
τὴν Ἤπειρον
ἐκστρατεία, διότι ἀφ΄ ἑνὸς
ἐλύπησε τοὺς
μετέχοντες, ῥίχνοντας ἀρκετὰ
χαμηλὰ τὸ
ἠθικόν τους, ἀφ΄
ἑτέρου ἀνέκοψε
τὴν δυνατότητα ἀνεφοδιασμοῦ
διὰ θαλάσσης.
Στὸ
μεταξὺ ὁ
στρατάρχης ἀνεχώρησε γιὰ
τὴν Λαγκάδα ἀφήνοντας
μόνο του τὸ στράτευμά του.
Στὶς
29 Ἰουνίου(12 Ἰουλίου)
στὸ χωριὸ
Πλάκα, ἀπέχον ἀπὸ
τὴν Κιάφα δέκα ὧρες
κι ἀπὸ
τὸ Κομπότι τέσσερις, τμῆμα
τοῦ ἑλληνικοῦ
στρατεύματος, ὑπὸ
τοῦἈλεξάνδρου Βλαχοπούλου, καθῶς
κι ἄλλων ὁπλαρχηγῶν,
στὴν προσπάθειά του νὰ
πλησιάσῃ τὴν
Κιάφα, ἐδέχθῃ
σὲ πολλὰ
σημεῖα ἐπιθέσεις
μὲ ἀποτέλεσμα
νὰ ἀνακοπῇ
ἡ πορεία του καὶ
νὰ τραποῦν
εἰς φυγὴν
οἱ Ἕλληνες.
Κατόπιν τῆς
μάχης αὐτῆς,
στὴν ὁποίαν
ὑπῆρξαν
περὶ τοὺς
ἑκατὸ
νεκρούς, οἱ διασωθέντες Ἕλληνες,
πλὴν αὐτῶν
ποὺ εἶχαν
λιποτακτήσῃ, διὰ
νυκτερινῆς κυρίως πορείας, κακὴν
κακῶς κατέφθασαν στὸ
χωριὸ Πέτα, τὴν
1ην Ἰουλίου (14 Ἰουλίου)
τοῦ 1822.
Λαμβάνοντας τὴν
πληροφορία τῶν δυσχεριῶν
τῆς ἐκστρατείας
πρὸς τὴν
Κιάφα ὁ φιλέλλην Δανίας, ποὺ
ἦτο στὸ
Κομπότι, μὲ ὀκτακοσίους
ἄνδρες ξεκινᾶ
γιὰ τὸ
χωριὸ Πλάκα, παρὰ
τὴν ἀντίθετον
ἐντολὴ
τοῦ Νόρμαν. Φθάνοντας ὅμως
ἐκεῖ
δὲν βρίσκει κάποιον ἀπὸ
τοὺς Ἕλληνες
πολεμιστὲς καὶ
ἀναζητῶντας
τους καταλήγει νὰ στρατοπεδεύσῃ
στὸ χωριὸ
Βρόντσα, ὅπου λόγῳ
ἀσκόπων κινήσεων τῶν
ἀνδρῶν
του, ἐφονεύθησαν, παρὰ
τῶν, πλησίον τῆς
περιοχῆς, σταθμευμένων Ἀλβανῶν,
περὶ τοὺς
σαράντα.
Τελικῶς
ὁ Δανίας, στερούμενος τροφῶν
καὶ πολεμοφοδίων, ἀποφασίζει
νὰἐπιστρέψῃ
στὸ στρατόπεδον τοῦ
Πέτα τὴν 1η Ἰουλίου
(14 Ἰουλίου).
Τὸ
στρατόπεδον τοῦ Κομποτίου ὅμως,
λόγῳ τῶν
παραπάνω κινήσεων, ἀπεδυναμώθῃ
ἀπολύτως, παραμένοντας μόνον μὲ
150 ἄνδρες. Στὶς
3 Ἰουλίου (16 Ἰουλίου)
τοῦ 1822, μὲ
ξαφνική τους ἐπίθεσι, οἱ
Τοῦρκοι τῆς
Ἄρτης, ἐκδιώκουν
τοὺς Ἕλληνες
ἀπὸ
τοῦ στρατοπέδου τους, ὑποχρεώνοντάς
τους νὰ κλειστοῦν
σὲ μία ἐκκλησία,
σὲ κοντινὸ
ὕψωμα. Ἀκούγοντας
τοὺς πυροβολισμοὺς
ὁ Γιαννάκης Ῥάγκος,
ἀπὸ
τὴν Λαγκάδα καὶ
οἱ Γενναῖος
Κολοκοτρώνης καὶ Θοδωράκης Γρίβας ἀπὸ
τὸ Πέτα, σπεύδουν νὰ
βοηθήσουν τοὺς ἐγκλείστους,
καταφέρνοντας νὰ ἐκδιώξουν
τοὺς Τούρκους. Χάθηκε ὅμως
τὸ στρατόπεδον τοῦ
Κομποτίου μὲ ἀποτέλεσμα
νὰ διακοπῇ
ἡ δυνατότης ἀνεφοδιασμοῦ
πρὸς τὸ
Πέτα.
Στὸ
χωριὸ Πέτα εἶχαν
πλέον συγκεντρωθῇ ὅλες
οἱ δυνάμεις τοῦ
στρατάρχου (περὶ τοὺς
δύο χιλιάδες ἄνδρες), ὁὁποῖος
παρέμενε στὴν Λαγκάδα γιὰ
νὰ μπορῇ
νὰ διαφύγῃ
εὐκολότερα. Στρατόπεδον δυνατόν, ἀλλὰ
δίχως δυνατότητα λήψεως ἐνισχύσεων καὶ
ἀνεφοδιασμοῦ.
Γιὰ τὶς
ἀδυναμίες τοῦ
στρατοπέδου μίλησαν ἐντόνως οἱ
ὁπλαρχηγοί, ἀλλὰ
ἡ ἀπόφασις
εἶχε ἤδη
ληφθῇ.
Οἱ
Ἕλληνες ὁπλαρχηγοὶ
συνέστησαν στοὺς φιλέλληνες νὰ
κτίσουν προμαχῶνες (ταμπούρια), ἀλλὰ
αὐτοὶ
θεώρησαν κάτι τέτοιο ἀστεῖο,
ἀπαντῶντας
πὼς «Ἡμεῖς
ἔχομεν τὰ
στήθη μας προμαχῶνα» (Δανίας στὸν
Μπακόλα) καὶ
«Ἠξεύρομεν κι ἡμεῖς
νὰ πολεμῶμεν»
(Ταρέλλας στὸν Βλαχόπουλο).
4 Ἰουλίου
1822. Ἡ συμφορὰ
τοῦ Πέτα.1Στὶς
4 Ἰουλίου (17 Ἰουλίου)
περὶ τὴν
πέμπτην πρωϊνήν, ἐξῆλθε
τὸ στράτευμα τῆς
Ἄρτης, χωρισμένον εἰς
δύο τμήματα, καὶ τὸ
ὁποῖον
ἀριθμοῦσε
περὶ τοὺς
ὀκτὼ
μὲ ἐννέα
χιλιάδες ἄνδρες.
Τὸ
ἕνα τμῆμα
του, περὶ τοὺς
δύο χιλιάδες, ἐπέπεσε στὸ
Μετεπιό, περιοχὴ στὰ
νῶτα τῶν
Ἑλλήνων.
Τὸ
μεγαλύτερό τους τμῆμα ἐπέπεσε
στὸ κέντρο, στὶς
θέσεις ποὺὑπερασπίζοντο οἱ
φιλέλληνες, οἱ Ἑπτανήσιοι
καὶ οἱ
τακτικοί.
Ὁλίγοι ἐξ
αὐτῶν
ἐπέπεσαν στὸν
Σταυρό, ὅπου ἀνέμενον
νὰ ἐγκλωβίσουν
τοὺς διαφυγόντες.
Ὁ Μπακόλας ἐπέτρεψε
στοὺς Τούρκους νὰ
καταλάβουν τὸ Μετεπιό, ἀλλὰ
μόλις αὐτοὶ
πίστεψαν πὼς ὁλοκλήρωσαν
τὴν ἀποστολή
τους, μὲ τοὺς
λίγους ἄντρες του ὁρμᾶ
κατὰ ἐπάνω
τους ὁ Μπακόλας καὶ
τοὺς τρέπει εἰς
φυγήν. Τὴν ἴδια
στιγμὴ ὅμως,
ὀγδόντα ἀπεκομμένοι
Τοῦρκοι, πιστεύοντας πὼς
δὲν ἔχουν
δυνατότητα διαφυγῆς, φθάνουν στὶς
θέσεις ποὺ εὑρίσκοντο
τὰ ἄλογα
τοῦ Μπακόλα, μὲ
ἐλαχίστους φρουρούς. Αὐτοὶ
οἱ φρουροὶ
παρενόησαν, πιστεύοντας πὼς ὁ
Μπακόλας ἐνικήθῃ
ἤ ἐπρόδωσε,
κι ἄρχίζουν πανικόβλητοι νὰ
τρέχουν, φωνάζοντας πρὸς τοὺς
ὑπολοίπους νὰ
παρατήσουν τὶς θέσεις τους, διότι θὰ
περικυκλωθοῦν, τὴν
στιγμὴ ποὺ
στὸ ὑπόλοιπον
πεδίον τῆς μάχης οἱ
Ἕλληνες καὶ
οἱ φιλέλληνες νικοῦσαν.
Μὲ τὴν
κίνησίν τους αὐτὴ
ὅμως μεταδίδουν τὸν
πανικό τους καὶ στοὺς
ὑπολοίπους, ποὺ
ἔως ἐκείνης
τῆς ὥρας
ἐμάχοντο νικηφόρως.
Δὲν
ἄργησε νὰ
ἐπικρατήσῃ
ὁ πανικός.
Ἐντὸς
ὁλίγης ὥρας
οἱ φιλέλληνες εὑρέθησαν
στὸν λόφο Σταυρό, περικυκλωμένοι ὑπὸ
τῶν Τούρκων κι ἐσφαγιάσθησαν.
Κατάφεραν νὰ ἐπιζήσουν
τῆς σφαγῆς
μόλις 21.
Ἀπὸ
τὸν τακτικὸ
στρατό, ποὺἀριθμοῦσε
τετρακοσίους ἄνδρες, κατάφεραν νὰἐπιβιώσουν
μόλις τὰ δύο τρίτα.
Περισσότεροι ἀπὸ
τοὺς μισοὺς
Ἑπτανησίους ἀπωλέσθησαν
σὲ αὐτὴν
τὴν μάχη.
Ὁ Νόρμαν ξεψύχησε λίγες
ἡμέρες ἀργότερα,
στὸ Μεσολόγγι, κατόπιν βαρυτάτου τραυματισμοῦ
του. Συναντῶντας τὸν
Μαυροκορδᾶτο, κατὰ
τὴν ἀποχώρησι,
τοῦ εἶπε:
«Πρίγκηψ, τὰ ἀπωλέσαμε
ὅλα πλὴν
τῆς τιμῆς».
Ἐσφάγησαν ὁ
Πανᾶς, ὁ
Δῆμος Τσέλιος, ὁ
Δανίας, ὁ Ταρέλλας καθῶς
καὶ πολλοὶ
ἄλλοι μικρότεροι ὁπλαρχηγοί.
Ἐννοεῖται
φυσικὰ πὼς
ὁ στρατάρχης, ἐφ΄ ὅσον
ἀπουσίαζε, ἦτο
ἀνεύθυνος.
Ὁ ἀποδιοπομπαῖος
τρᾶγος εὑρέθη
καὶ ἦτο
ὁ Γῶγος
Μπακόλας, ποὺ παρὰ
τὶς μεγάλες του θυσίες στὶς
προηγηθεῖσες μᾶχες,
ἔπρεπε νὰ
πληρώσῃ. Ἀποτέλεσμα
τῆς ἐπιθέσεως
ποὺ ἐδέχθῃ
ἦτο νὰ
συμμαχήσῃ μὲ
τοὺς Τούρκους.
Φιλονόη.
Πληροφορίες ἀπὸ
τὴν «Ἐπανάστασι
τοῦ ’21» τοῦ
Δημητρίου Φωτιάδου, «Ἱστορία τῆς
Ἑλληνικῆς
Ἐπαναστάσεως» τοῦ
Σπυρίδωνος Τρικούπη καὶ
«Ἡ ἙλληνικὴἘπανάστασις»
τοῦ Διονυσίου Κοκκίνου.
Οἱ
φωτογραφίες ἐλήφθησαν παρὰ
τοῦ δευτέρου τόμου, τῆς
«Ἑλληνικῆς
Ἐπαναστάσεως», τοῦ
Διονυσίου Κοκκίνου. Σελίδες 111 καὶ
115.
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της
ιστοσελίδας εφόσον αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του και υπάρχει ενεργός
σύνδεσμος(link ) http://bibliotikitisalexandreias.blogspot.gr/ -. Νόμος 2121/1993
και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου